|
Το τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας της γυναίκας, που σηματοδοτείται από τη διακοπή του καταμήνιου κύκλου, επέρχεται κατά μέσο όρο στα 50-51 έτη. Αποτελεί την κατάληξη της σταδιακής εξάντλησης των αποθεμάτων ωαρίων των ωοθηκών, μιας διαδικασίας που μπορεί να έχει ξεκινήσει ως και δέκα χρόνια πριν. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες αναφορικά με το τι σκοπό εξυπηρετεί η εμμηνόπαυση, εικάζεται όμως ότι στόχος είναι η αποφυγή αναπαραγωγικού ανταγωνισμού μεταξύ μητέρων και θυγατέρων. Για όποιο λόγο κι αν συμβαίνει πάντως η σχετικά απότομη πτώση των ορμονικών επιπέδων στο αίμα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη γυναίκα, η φυσιολογία της οποίας προϋποθέτει συγκεκριμένο ορμονικό περιβάλλον. Αποτέλεσμα αυτών των μεταβολών είναι μια σειρά συμπτωμάτων και επιπτώσεων όπως εξάψεις, αϋπνία, νυχτερινή εφίδρωση, αλλαγές διάθεσης, κόπωση, απώλεια σεξουαλικής επιθυμίας, κολπική ξηρότητα, ακράτεια ούρων, αύξηση βάρους και οστεοπόρωση. Για την αντιμετώπιση αυτών και την ομαλότερη μετάβαση από την προ-εμμηνοπαυσιακή στη μετεμμηνοπαυσιακή κατάσταση συχνά χρησιμοποιούνται ορμονικά σκευάσματα υποκατάστασης. Στόχος τους είναι η εξωγενής χορήγηση για μερικά χρόνια ορμονών όμοιων με αυτών που παράγει το σώμα πριν την εμμηνόπαυση αλλά σε μικρότερες δόσεις. Ποια είναι τα οφέλη από τη χρήση ορμονικής υποκατάστασης; Υπάρχουν διαφορετικές μορφές ορμονικών σκευασμάτων, η επιλογή των οποίων γίνεται κατά περίπτωση. Μια βασική διάκριση είναι μεταξύ αυτών με δραστική ουσία τα οιστρογόνα, τα οποία προορίζονται για γυναίκες που έχουν υποστεί υστερεκτομή, και όσων περιέχουν συνδυασμό προγεστερόνης και οιστρογόνων. Ανεξαρτήτως μορφής, η ορμονική υποκατάσταση χορηγείται πρωτίστως για έλεγχο των υποκειμενικών συμπτωμάτων και κατά προέκταση για βελτίωση της ποιότητας ζωής. Οι εξάψεις, η αϋπνία και η νυχτερινή εφίδρωση είναι οι συχνότερες αιτίες λήψης ορμονών υποκατάστασης. Συχνή εφαρμογή βρίσκουν επίσης σε περιπτώσεις έντονου αισθήματος κόπωσης, μεταβολών διάθεσης ή επιμένουσας κατάθλιψης. Κολπικές κρέμες οιστρογόνων μπορούν να χρησιμοποιηθούν όταν το κύριο σύμπτωμα είναι η κολπική ξηρότητα και επακόλουθες δυσκολίες στην επαφή. Από ιατρικής άποψης το σημαντικότερο όφελος της θεραπείας υποκατάστασης είναι η πρόληψη της οστεοπόρωσης, της σταδιακής ελάττωσης δηλαδή της οστικής μάζας που σε βάθος χρόνου μπορεί να οδηγήσει σε κατάγματα. Έχει βρεθεί ότι η χρήση ορμονικής υποκατάστασης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καταγμάτων κατά 25-30%, ποσοστό εξαιρετικά σημαντικό ειδικά αν ληφθούν υπόψη οι σοβαρές επιπτώσεις που έχουν τέτοια κατάγματα στην υγεία των ηλικιωμένων. Οι κίνδυνοι της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης Η χρήση ορμονών υποκατάστασης έχει μελετηθεί εκτενώς αναφορικά με πιθανές παρενέργειες, ειδικά σε ό,τι αφορά την αύξηση της πιθανότητας γυναικολογικού καρκίνου. Τα ευρήματα είναι γενικά καθησυχαστικά αρκεί η διάρκεια της αγωγής να περιορίζεται στα πέντε χρόνια. Συγκεκριμένα, η θεραπεία υποκατάστασης: α) Δεν αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου της μήτρας αρκεί να επιλεγεί το σωστό σκεύασμα, κάποιο δηλαδή που περιέχει συνδυασμό οιστρογόνου και προγεστερόνης. β) Προκαλεί πολύ μικρή αύξηση του ποσοστού εμφάνισης καρκίνου της ωοθήκης. Για πενταετή χρήση αυτή η αύξηση αντιστοιχεί σε μόλις μία επιπλέον γυναίκα ανά 2500. γ) Ευθύνεται για αύξηση του κινδύνου καρκίνου του μαστού κατά περίπου 5-20 επιπλέον περιστατικά ανά 1000 γυναίκες που παίρνουν την αγωγή για 10 συνεχόμενα έτη. Ο κίνδυνος διαφέρει ανάλογα με τον τύπο ορμόνης, με αυτά που περιέχουν μόνο οιστρογόνα να θεωρούνται ασφαλέστερα. Το θετικό πάντως είναι ότι μετά 5 χρόνια από τη διακοπή της αγωγής η πιθανότητα εμφάνισης της ασθένειας πέφτει πάλι στα συνήθη επίπεδα. δ) Έχει θεωρηθεί στο παρελθόν ότι αυξάνει τον κίνδυνο εμφραγμάτων και εγκεφαλικών επεισοδίων. Εντούτοις νεότερα δεδομένα υποστηρίζουν το αντίθετο και συνεπώς η εικόνα δεν είναι ξεκάθαρη. Μέχρι τη δημοσίευση νέων ερευνών τα υπάρχοντα στοιχεία αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη. Ζυγίζοντας τα δεδομένα Όπως τα περισσότερα φάρμακα έτσι και η ορμονική υποκατάσταση δεν είναι αγωγή κατάλληλη για όλες τις γυναίκες. Η έναρξή της είναι μια απόφαση που πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα δεδομένα και ειδικά την έκταση των συμπτωμάτων, το προσωπικό και οικογενειακό ιστορικό γυναικολογικών καρκίνων, καρδιαγγειακών νοσημάτων και καταγμάτων, όπως επίσης και τις προσωπικές απόψεις της ίδιας της γυναίκας. Η ορμονική αγωγή μπορεί για παράδειγμα να είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη επί έντονων συμπτωμάτων ή ιστορικού οστεοπόρωσης αλλά να είναι ακατάλληλη παρουσία ιστορικού καρδιοπάθειας ή γυναικολογικού καρκίνου. Επιπλέον ενώ μπορεί να κρίνεται ότι έχει ιατρική ένδειξη εάν ο κίνδυνος επιπλοκών ανησυχεί ιδιαίτερα την ασθενή ίσως είναι καλύτερο να αποφεύγονται. Πάντως σε κάθε περίπτωση καλό είναι η διάρκεια χρήσης τους να περιορίζεται στην πενταετία, διάστημα που επί του παρόντος θεωρείται η χρυσή τομή μεταξύ κινδύνου και οφέλους της θεραπείας.
|
|
|||||||||||||
|
|||||||||||||||
Dr
Γεώργιος
Κ. Μιχαλόπουλος DRCOG BSCCP Μαιευτήρας Χειρουργός Γυναικολόγος Ειδικός στη Λαπαροσκοπική Χειρουργική τ. Επιμελητής New Royal Infirmary of Edinburgh Ειδικευθείς και εξειδικευθείς στη Μ.Βρετανία Γράμμου 45, Βριλήσσια 152 35, Αθήνα Τηλ. 2108045090, 6981012992 Όροι χρήσης ιστοσελίδας |